ΕΝΦΙΑ: ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΞΕΡΕΤΕ

Ο ΕΝΦΙΑ και φέτος θα πρέ­πει να κατα­βλη­θεί σε 5 μηνιαί­ες δόσεις με την πρώ­τη να λήγει στις 29 Σεπτεμ­βρί­ου 2017 και την τελευ­ταία στις 31 Ιανουα­ρί­ου 2018 ενώ προ­βλέ­πο­νται απαλ­λα­γές και εκπτώ­σεις για τους ιδιο­κτή­τες ανά­λο­γα με το ύψος του εισο­δή­μα­τος και την οικο­γε­νεια­κή τους κατά­στα­ση (τρί­τε­κνοι, πολύ­τε­κνοι κά) καθώς και για τα άτο­μα με ειδι­κές ανάγκες.

Ειδι­κά για τον ΕΝΦΙΑ του 2017 και του 2018 το υπουρ­γείο Οικο­νο­μι­κών έχει ανα­κοι­νώ­σει την απαλ­λα­γή των ιδιο­κτη­τών κατοι­κιών στα νησιά της Λέσβου και της Κω που επλή­γη­σαν από τους σει­σμούς υπό την προ­ϋ­πό­θε­ση ότι έχουν υπο­στεί ζημιές.

Οι φορο­λο­γού­με­νοι θα πρέ­πει να γνω­ρί­ζουν ότι επι­στρο­φές από τον φόρο εισο­δή­μα­τος που ενδε­χο­μέ­νως έχουν, συμ­ψη­φί­ζο­νται με το ποσό του ΕΝΦΙΑ με βάση την πρα­κτι­κή που ακο­λου­θεί­ται τα τελευ­ταία χρό­νια από το υπουρ­γείο Οικο­νο­μι­κών. Παράλ­λη­λα οι ιδιο­κτή­τες ακι­νή­των εφό­σον αμφι­σβη­τούν την πρά­ξη προσ­διο­ρι­σμού του ΕΝΦΙΑ δια­τη­ρούν το δικαί­ω­μά της ενδι­κο­φα­νούς προ­σφυ­γής με αίτη­μα την επα­νε­ξέ­τα­σης της πρά­ξης στο πλαί­σιο της διοι­κη­τι­κής δια­δι­κα­σί­ας. Η αίτη­ση όπως είναι γνω­στό πρέ­πει να υπο­βάλ­λε­ται από τον υπό­χρεο εντός 30 ημε­ρών από την ημε­ρο­μη­νία κοι­νο­ποί­η­σης της πρά­ξης σε αυτόν ή από τη συντέ­λε­ση της παράλειψης.

 

Ο υπο­λο­γι­σμός του ΕΝ.Φ.Ι.Α. θα γίνει όπως ακρι­βώς και πέρυσι:
1) θα ισχύ­σει και φέτος η απαλ­λα­γή των αγρο­τε­μα­χί­ων και των λοι­πών εδα­φι­κών εκτά­σε­ων εκτός σχε­δί­ων πόλε­ων ή οικι­σμών από τον συμπλη­ρω­μα­τι­κό ΕΝ.Φ.Ι.Α. (ο οποί­ος επι­βάλ­λε­ται σε όσα φυσι­κά πρό­σω­πα έχουν ακί­νη­τη περιου­σία συνο­λι­κής αντι­κει­με­νι­κής αξί­ας άνω των 200.000 ευρώ) που ίσχυ­σε για τα έτη 2014 – 2016.
2) Για την απαλ­λα­γή από τον ΕΝ.Φ.Ι.Α ή την έκπτω­ση από το ποσό του φόρου προ­βλέ­πο­νται τα ακό­λου­θα εισο­δη­μα­τι­κά και περιου­σια­κά κριτήρια:

 

Δικαιού­χος απαλ­λα­γής από το 50% του ΕΝΦΙΑ είναι οι οικο­νο­μι­κά ασθε­νέ­στε­ροι φορο­λο­γού­με­νοι εφό­σον πλη­ρούν τις ακό­λου­θες προυποθέσεις:
α) Το συνο­λι­κό ετή­σιο καθα­ρό οικο­γε­νεια­κό εισό­δη­μα του προη­γού­με­νου έτους δεν έχει υπερ­βεί τις 9.000 ευρώ, προ­σαυ­ξη­μέ­νο κατά 1.000 ευρώ για τον ή την σύζυ­γο και για κάθε εξαρ­τώ­με­νο μέλος της οικογένειας.
β) Το σύνο­λο της επι­φά­νειας των κτι­σμά­των τα οποία κατέ­χει ο φορο­λο­γού­με­νος και τα λοι­πά μέλη της οικο­γέ­νειάς του δεν υπε­ρέ­βαι­νε τα 150 τετρα­γω­νι­κά μέτρα.
γ) Η συνο­λι­κή αντι­κει­με­νι­κή αξία των κτι­σμά­των και των εντός σχε­δί­ου πόλε­ως οικο­πέ­δων που κατέ­χει ο φορο­λο­γού­με­νος ή η οικο­γέ­νειά του δεν υπερ­βαί­νει τα 85.000 ευρώ αν πρό­κει­ται για άγα­μο, τα 150.000 ευρώ αν πρό­κει­ται για έγγα­μο χωρίς παι­διά και τα 200.000 ευρώ αν πρό­κει­ται για έγγα­μο με ένα ή δύο εξαρ­τώ­με­να τέκνα.

 

Στις οικο­γέ­νειες που είναι τρί­τε­κνες ή πολύ­τε­κνες ή περι­λαμ­βά­νουν ανά­πη­ρα άτο­μα κατά ποσο­στό 80% και άνω χορη­γεί­ται πλή­ρης απαλ­λα­γή από τον ΕΝΦΙΑ υπό τις ακό­λου­θες προϋποθέσεις:
α) Το συνο­λι­κό ετή­σιο καθα­ρό οικο­γε­νεια­κό εισό­δη­μα του προη­γού­με­νου έτους, δεν έχει υπερ­βεί τις 12.000 ευρώ, προ­σαυ­ξη­μέ­νο κατά 1.000 ευρώ για τον ή την σύζυ­γο και κάθε εξαρ­τώ­με­νο μέλος και
β) Το σύνο­λο της επι­φά­νειας των κτι­σμά­των στα οποία κατέ­χουν δικαιώ­μα­τα πλή­ρους ή ψιλής κυριό­τη­τας ή επι­καρ­πί­ας ο υπό­χρε­ος υπο­βο­λής δήλω­σης φορο­λο­γί­ας εισο­δή­μα­τος, η σύζυ­γος και τα εξαρ­τώ­με­να τέκνα της οικο­γέ­νειάς του δεν υπερ­βαί­νει τα 150 τετρα­γω­νι­κά μέτρα.

Σημειώ­νε­ται ότι οι πέντε κατα­λη­κτι­κές ημε­ρο­μη­νί­ες πλη­ρω­μής των πέντε δόσε­ων είναι οι ακό­λου­θες: 29 Σεπτεμ­βρί­ου 2017, 31 Οκτω­βρί­ου 2017, 30 Νοεμ­βρί­ου 2017, 29 Δεκεμ­βρί­ου 2017, 31 Ιανουα­ρί­ου 2018.

 

 

ΜΑΖΙΚΕΣ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΕΝΦΙΑ

A. Η Ολο­μέ­λεια του Συμ­βου­λί­ου της Επι­κρα­τεί­ας έκρι­νε ότι για τον προσ­διο­ρι­σμό της φορο­λο­γη­τέ­ας αξί­ας των ακι­νή­των έχει θεσπι­στεί αντι­κει­με­νι­κός τρό­πος, ώστε, βάσει προ­κα­θο­ρι­σμέ­νων, ειδι­κών και πρό­σφο­ρων κρι­τη­ρί­ων, να προ­κύ­πτει για κάθε ακί­νη­το μιας περιο­χής ορι­σμέ­νη αξία, αντα­πο­κρι­νό­με­νη, κατά προ­σέγ­γι­ση, προς την αγο­ραία αξία αυτού. Περαι­τέ­ρω, έκα­νε δεκτό ότι ο νομο­θέ­της, ανα­γνω­ρί­ζο­ντας τη μετα­βλη­τό­τη­τα των συν­θη­κών της αγο­ράς και της αγο­ράς ακι­νή­των ειδι­κό­τε­ρα, οι οποί­ες επη­ρε­ά­ζουν τις αγο­ραί­ες αξί­ες, καθώς και την πιθα­νό­τη­τα σφαλ­μά­των κατά τον προσ­διο­ρι­σμό της αντι­κει­με­νι­κής αξί­ας αυτών, εισή­γα­γε στο άνω σύστη­μα προσ­διο­ρι­σμού αξιών των ακι­νή­των συγκε­κρι­μέ­νη μέθο­δο που δια­σφα­λί­ζει τη νόμι­μη αξί­ω­ση των πολι­τών να κατα­βάλ­λουν φόρο, ο οποί­ος να αντι­στοι­χεί σε πραγ­μα­τι­κή και όχι σε πλα­σμα­τι­κή τους περιου­σία. Προ­έ­βλε­ψε, δηλα­δή, σύστη­μα περιο­δι­κής ανά διε­τία ανα­προ­σαρ­μο­γής των αντι­κει­με­νι­κών αξιών, βάσει του οποί­ου οι αντι­κει­με­νι­κώς καθο­ρι­σθεί­σες φορο­λο­γη­τέ­ες αξί­ες πρέ­πει να ελέγ­χο­νται κατά τακτά χρο­νι­κά δια­στή­μα­τα και να ανα­προ­σαρ­μό­ζο­νται, ώστε να αντα­πο­κρί­νο­νται, κατά το δυνα­τόν, στις εκά­στο­τε δια­μορ­φού­με­νες αγο­ραί­ες αξίες.
Σε δια­φο­ρε­τι­κή περί­πτω­ση, εάν δηλα­δή α) δεν προ­βεί στην έναρ­ξη της προ­βλε­πό­με­νης στο νόμο δια­δι­κα­σί­ας και στην εκτί­μη­ση περί της ανά­γκης ή μη ανα­προ­σαρ­μο­γής ή β) δεν ανα­προ­σαρ­μό­σει τις αντι­κει­με­νι­κές αξί­ες, όπου προ­κύ­πτεια­να­ντι­στοι­χία αυτών προς τις αγο­ραί­ες, εντός της διε­τί­ας ή εντός εύλο­γου χρό­νου μετά την πάρο­δο αυτής, παρα­λεί­πει οφει­λό­με­νη νόμι­μη ενέρ­γεια επι­βαλ­λό­με­νη από το άρθρο 41 παρ. 1 του ν. 1249/1982.

Η υπό­θε­ση έφτα­σε στο Συμ­βού­λιο της Επι­κρα­τεί­ας ύστε­ρα από προ­σφυ­γή 13 πολι­τών, οι οποί­οι έχουν ακί­νη­τα σε διά­φο­ρα σημεία της χώρας και οι οποί­οι υπο­στή­ρι­ζαν ότι αφε­νός η παρά­λει­ψη της Διοί­κη­σης να ανα­προ­σαρ­μό­σει τις αντι­κει­με­νι­κές αξί­ες μέσα στην προ­βλε­πό­με­νη διε­τία που τάσ­σει ο νόμος και αφε­τέ­ρου η σημα­ντι­κή μεί­ω­ση των αξιών όλων των ακι­νή­των λόγω της οικο­νο­μι­κής κρί­σης, έχει ως απο­τέ­λε­σμα να κατα­βά­λουν φόρο που ουδό­λως αντι­στοι­χεί στην φορο­δο­τι­κή τους ικα­νό­τη­τα, καθό­σον ο φόρος υπο­λο­γί­ζε­ται βάσει των αντι­κει­με­νι­κών αξιών που καθο­ρί­στη­καν για τελευ­ταία φορά το 2007 και για ορι­σμέ­νες περιο­χές το 2010 και απέ­χουν πολύ των πραγ­μα­τι­κών αξιών.

Το δρό­μο για την για την ανα­προ­σαρ­μο­γή των αντι­κει­με­νι­κών αξιών των ακι­νή­των της χώρας και μάλι­στα με ανα­δρο­μι­κή ισχύ από τον Μάιο του 2015 δεί­χνει το Συμ­βού­λιο της Επι­κρα­τεί­ας. Συγκε­κρι­μέ­να, με την υπ’ αριθμ. 4446/2015 από­φα­ση της Ολο­μέ­λειας του Συμ­βου­λί­ου της Επι­κρα­τεί­ας ακυ­ρώ­θη­κε η παρά­λει­ψη της Διοί­κη­σης να προ­βεί στην έκδο­ση σχε­τι­κής υπουρ­γι­κής από­φα­σης ανα­προ­σαρ­μο­γής των αντι­κει­με­νι­κών αξιών των ακι­νή­των, ενώ παράλ­λη­λα ορί­στη­κε χρό­νος έναρ­ξης ισχύ­ος της από­φα­σης που υπο­χρε­ού­ται να εκδώ­σει η Κυβέρ­νη­ση η 21η Μαΐ­ου 2015.

 

Β. Με τις υπ’ αριθμ. 23342337/2016 απο­φά­σεις του Συμ­βου­λί­ου της Επι­κρα­τεί­ας κρί­θη­κε παρά­νο­μος ο τρό­πος προσ­διο­ρι­σμού  των αντι­κει­με­νι­κών αξιών των ακι­νή­των και κατά συνέ­πεια  και ο προσ­διο­ρι­σμός του ΕΝΦΙΑ σε 4 περιο­χές  της χώρας και συγκε­κρι­μέ­να σε Φιλο­θέη, Ψυχι­κό, Νέο Βου­τζά και Δελ­φούς Άμφισ­σας. Η υπουρ­γι­κή από­φα­ση καθο­ρι­σμού των αντι­κει­με­νι­κών αξιών ακυ­ρώ­θη­κε κατά το μέρος εκεί­νο που αφο­ρά στις 4 συγκε­κρι­μέ­νες περιο­χές και όχι για την  υπό­λοι­πη Ελλάδα.
Οι αντι­κει­με­νι­κές αξί­ες και ο  ΕΝΦΙΑ των περιο­χών αυτών κρί­θη­κε μη νόμι­μος  από 8.6.2016,  δηλα­δή από την ημέ­ρα  συζή­τη­σης των υπο­θέ­σε­ων στο ακρο­α­τή­ριο της 7μελούς σύν­θε­σης του Β΄ Τμή­μα­τος του ΣτΕ με την αιτιο­λο­γία ότι ο προσ­διο­ρι­σμός από την Διοί­κη­ση των αντι­κει­με­νι­κών αξιών των ακι­νή­των πρέ­πει να διε­νερ­γεί­ται με βάση ενιαία (για το σύνο­λο των περιο­χών που έχουν εντα­χθεί στο σύστη­μα αντι­κει­με­νι­κού προσ­διο­ρι­σμού), δια­φα­νή, αρκού­ντως ορι­σμέ­νη, πρό­σφο­ρη και οικο­νο­με­τρι­κά άρτια μεθο­δο­λο­γία, ώστε να παρέ­χο­νται στους βαρυ­νό­με­νους επαρ­κή εχέγ­γυα ορθού καθο­ρι­σμού της φορο­λο­γού­με­νης (ελά­χι­στης εύλο­γης αγο­ραί­ας) αξί­ας των ακι­νή­των τους και να τηρεί­ται από τα αρμό­δια διοι­κη­τι­κά όργα­να το ίσο μέτρο (γνω­μο­δο­τι­κής και απο­φα­σι­στι­κής) κρί­σης. Η ειδι­κή αυτή μέθο­δος πρέ­πει, ιδί­ως, να λαμ­βά­νει προ­ση­κό­ντως υπό­ψη την παρα­τε­τα­μέ­νη και στα­δια­κά εντει­νό­με­νη ύφε­ση της αγο­ράς ακι­νή­των, συνε­πεία της οικο­νο­μι­κής κρί­σης και της επι­βά­ρυν­σης της ακί­νη­της περιου­σί­ας με νέους φόρους, από το 2010 και μετά.
Επι­πλέ­ον με τις ανω­τέ­ρω απο­φά­σεις έγι­νε δεκτό ότι «Κατά την κοι­νή πεί­ρα, ιδιαί­τε­ρα σημα­ντι­κό στοι­χείο προσ­διο­ρι­σμού της αγο­ραί­ας αξί­ας ενός ακι­νή­του είναι η τοπο­θε­σία του, ο ως άνω ορι­σμός πρέ­πει να γίνε­ται του­λά­χι­στον σε επί­πε­δο δημο­τι­κής ενό­τη­τας ή κοι­νό­τη­τας δήμου, κατό­πιν συνε­κτί­μη­σης (διε­νερ­γού­με­νης κατ’ εφαρ­μο­γή της προ­α­να­φε­ρό­με­νης ειδι­κής μεθό­δου) συγκε­κρι­μέ­νων, περι­λαμ­βα­νό­με­νων στο διοι­κη­τι­κό φάκε­λο, πρό­σφο­ρων και επί­και­ρων στοι­χεί­ων για την πραγ­μα­τι­κή αγο­ραία αξία των ακι­νή­των στη σχε­τι­κή ζώνη ή, σε περί­πτω­ση αιτιο­λο­γη­μέ­νης δια­πί­στω­σης της ανυ­παρ­ξί­ας τέτοιων στοι­χεί­ων, με συνε­κτί­μη­ση ανά­λο­γων υφι­στά­με­νων στοι­χεί­ων για τις όμορες/γειτονικές ζώνες ή για άλλες ζώνες που κρί­νο­νται αιτιο­λο­γη­μέ­να ότι παρου­σιά­ζουν ουσιώ­δεις ομοιό­τη­τες όσον αφο­ρά την αγο­ρά ακι­νή­των. Μετα­ξύ των στοι­χεί­ων που (πρέ­πει να) λαμ­βά­νο­νται υπό­ψη στο πλαί­σιο αυτό, είναι και η προ­βλε­πό­με­νη στο άρθρο 261 παρ. 4 του ν. 3852/2010 (απλή) γνώ­μη του οικεί­ου Δημο­τι­κού Συμβουλίου».
Επι­ση­μαί­νε­ται δε στις σχε­τι­κές απο­φά­σεις του Συμ­βου­λί­ου Επι­κρα­τεί­ας ότι «η πρό­τα­ση ή/και ο κανο­νι­στι­κός καθο­ρι­σμός των τιμών εκκί­νη­σης δεν χωρεί νομί­μως, αν γίνε­ται συλ­λή­βδην για όλες τις ζώνες ορι­σμέ­νης περι­φέ­ρειας ή του συνό­λου της επι­κρά­τειας, κατά γενι­κή επί­κλη­ση και εκτί­μη­ση στοι­χεί­ων ανα­γό­με­νων σε διά­φο­ρες περιο­χές και δίχως συγκε­κρι­μέ­νη μεθο­δο­λο­γία, που να έχει τα προ­α­να­φε­ρό­με­να χαρακτηριστικά».

Κατά τού­το, έγι­ναν δεκτές οι επί­δι­κες αιτή­σεις και ακυ­ρώ­θη­κε η προ­σβαλ­λό­με­νη υπουρ­γι­κή από­φα­ση,  κατά το μέρος της με το οποίο καθο­ρί­στη­καν οι τιμές εκκί­νη­σης των 4 περιοχών.
Ενό­ψει των ανω­τέ­ρω στοι­χειο­θε­τού­νται λόγοι για την έγερ­ση προ­σφυ­γής ενώ­πιον των αρμό­διων διοι­κη­τι­κών δικα­στη­ρί­ων που αφορούν:
α) σε περι­πτώ­σεις κατά τις οποί­ες έχει υπο­λο­γι­στεί ο ΕΝΦΙΑ χωρίς να έχει ακό­μη εκδο­θεί υπουρ­γι­κή από­φα­ση ανα­προ­σαρ­μο­γής των αντι­κει­με­νι­κών αξιών
β) σε περι­πτώ­σεις κατά τις οποί­ες έχει υπο­λο­γι­στεί ο ΕΝΦΙΑ δυνά­μει υπουρ­γι­κής από­φα­σης ανα­προ­σαρ­μο­γής των αντι­κει­με­νι­κών αξιών, η οποία δεν λαμ­βά­νει υπό­ψη τα κρι­τή­ρια που θέτουν οι υπ’ αριθμ. 23342337/2016 απο­φά­σεις του Συμ­βου­λί­ου της Επικρατείας.

 

Απαραίτητη προϋπόθεση για την έγερση προσφυγής ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων είναι η προηγούμενη άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (δια της αρμόδιας ΔΟΥ).

 

Η υπο­βο­λή της ενδι­κο­φα­νούς προ­σφυ­γής είναι απα­ραί­τη­τη προ­ϋ­πό­θε­ση για να μπο­ρού­με μετά να προ­σφύ­γου­με στα Διοι­κη­τι­κά Δικαστήρια.
Η ενδι­κο­φα­νής προ­σφυ­γή ασκεί­ται μέσα σε τριά­ντα (30) ημέ­ρες από την ημε­ρο­μη­νία ανάρ­τη­σης στο TAXIS του εκκα­θα­ρι­στι­κού του ΕΝΦΙΑ.
Η προ­θε­σμία μέσα στην οποία πρέ­πει να απα­ντή­σει η Διοί­κη­ση επί της ενδι­κο­φα­νούς προ­σφυ­γής είναι 120 ημέ­ρες, η οποία εφ’όσον παρέλ­θει άπρα­κτη, (όπως πιθα­νο­λο­γεί­ται σφο­δρό­τα­τα), παρέ­χει το δικαί­ω­μα άσκη­σης προ­σφυ­γής στο Διοι­κη­τι­κό Πρω­το­δι­κείο μέσα σε 30 ημέ­ρες από την παρέ­λευ­ση της προ­θε­σμί­ας αυτής. Εάν η Διοί­κη­ση απορ­ρί­ψει ρητώς την ενδι­κο­φα­νή προ­σφυ­γή η προ­θε­σμία των τριά­ντα (30) ημε­ρών για την προ­σφυ­γή ενώ­πιον των Διοι­κη­τι­κών Δικα­στη­ρί­ων ξεκι­νά από την κοι­νο­ποί­η­ση της απορ­ρι­πτι­κής απόφασης.
Εάν απο­φα­σι­στεί από τον φορο­λο­γού­με­νο να διεκ­δι­κη­θεί το ποσό οφει­λής, πρέ­πει να υπο­βλη­θεί στην αρμό­δια ΔΟΥ δήλω­ση επι­φύ­λα­ξης πλη­ρω­μής πριν από την πλη­ρω­μή της πρώ­της δόσης ή του συνό­λου, εάν κατα­βάλ­λε­ται εφ’άπαξ.